Ο Maxwell για τον Faraday

Ο Maxwell για τον Faraday

Maxwell

Στον πρό­λο­γο του πασί­γνω­στου βιβλί­ου του James Maxwell Πραγ­μα­τεία για τον Ηλε­κτρι­σμό και τον Μαγνη­τι­σμό, το οποίο δημο­σιεύ­τη­κε το 1873, ο μεγά­λος επι­στή­μο­νας εξαί­ρει το έργο του Michael Faraday, ένα έργο ασυ­νή­θι­στο, προ­ερ­χό­με­νο από τον βαθύ, μαθη­μα­τι­κο­ποι­η­μέ­νο τρό­πο ανά­γνω­σης του χώρου, ενός νου που δεν γνώ­ρι­ζε μαθη­μα­τι­κά !!

Ας σημειω­θεί, ότι εδώ, ο Maxwell απο­δει­κνύ­ε­ται μάλ­λον υπερ­βο­λι­κά γεν­ναιό­δω­ρος προς τον Faraday, καθώς η αλή­θεια είναι πως η παρα­γω­γι­κή μέθο­δός του, δύσκο­λα μπο­ρεί πλέ­ον να απο­δώ­σει καρ­πούς κι επι­προ­σθέ­τως ο ίδιος ήταν ο τελευ­ταί­ος των μεγά­λων ερευ­νη­τών που κατά­φε­ρε να συνει­σφέ­ρει ένα σημα­ντι­κό έργο στην επι­στή­μη του, αγνο­ώ­ντας τα μαθη­μα­τι­κά.

Το παρα­κά­τω από­σπα­σμα από την εισα­γω­γή της Πραγ­μα­τεί­ας του Maxwell, μετα­φρα­σμέ­νο στα Ελλη­νι­κά, είναι παρ­μέ­νο από το βιβλίο Ιστο­ρία της Φυσι­κής: Από την Πτώ­ση των Σωμά­των ως τα Ραδιο­κύ­μα­τα, του Emilio Segre, εκδ. Δίαυ­λος, Αθή­να 1997.

Michael Faraday
Michael Faraday

«Η γενι­κή πολυ­πλο­κό­τη­τα της πραγ­μα­τεί­ας δια­φέ­ρει σημα­ντι­κά από εκεί­νη κάποιων σημα­ντι­κών έργων στον Ηλε­κτρι­σμό, τα περισ­σό­τε­ρα από τα οποία δημο­σιεύ­θη­καν στη Γερ­μα­νία, και μπο­ρεί να φανεί ότι επι­χει­ρεί­ται η από­δο­ση δικαιο­σύ­νης στις υπο­θέ­σεις μερι­κών επι­φα­νών ερευ­νη­τών του Ηλε­κτρι­σμού και των Μαθη­μα­τι­κών. Ένας λόγος γι’ αυτό είναι ότι πριν αρχί­σω τη μελέ­τη για τον Ηλε­κτρι­σμό απο­φά­σι­σα να μη δια­βά­σω καθό­λου Μαθη­μα­τι­κά σχε­τι­κά με το θέμα, μέχρι να μελε­τή­σω το έργο του Faraday Πει­ρα­μα­τι­κές Έρευ­νες στον Ηλε­κτρι­σμό.

Γνώ­ρι­ζα ότι υπήρ­χε μια υπο­τι­θέ­με­νη δια­φο­ρά ανά­με­σα στον Faraday και στους Μαθη­μα­τι­κούς για τον τρό­πο σύλ­λη­ψης των φαι­νο­μέ­νων, έτσι ώστε κανέ­νας δεν ήταν ικα­νο­ποι­η­μέ­νος με τη γλώσ­σα του άλλου. Είχα επί­σης την πεποί­θη­ση πως η ασυμ­φω­νία αυτή δεν σήμαι­νε ότι κάποια πλευ­ρά ήταν λαν­θα­σμέ­νη. Αρχι­κά πεί­στη­κα από τον Sir William Thomson, που στις συμ­βου­λές του, στη βοή­θειά του, καθώς και στα δημο­σιευ­μέ­να άρθρα του οφεί­λω τα περισ­σό­τε­ρα απ’ όσα έμα­θα σχε­τι­κά με το θέμα.

Όπως συνέ­χι­ζα με τη μελέ­τη του Faraday, αντι­λή­φθη­κα ότι η μέθο­δός του στη σύλ­λη­ψη των φαι­νο­μέ­νων ήταν επί­σης μαθη­μα­τι­κή, παρ’ όλο που δεν παρου­σιά­στη­κε με το συμ­βα­τι­κό τρό­πο χρή­σης μαθη­μα­τι­κών συμ­βό­λων. Έμα­θα επί­σης ότι οι μέθο­δοι αυτές ήταν δυνα­τόν να εκφρα­στούν με τις συνή­θεις μαθη­μα­τι­κές μορ­φές και έτσι να συγκρι­θούν με εκεί­νες των δεδη­λω­μέ­νων μαθη­μα­τι­κών.

Για παρά­δειγ­μα, ο Faraday, με τα μάτια του νου του, είδε δυνα­μι­κές γραμ­μές να δια­χω­ρί­ζουν όλο το χώρο, ενώ οι μαθη­μα­τι­κοί είδαν δυνα­μι­κά κέντρα έλξης από από­στα­ση: ο Faraday πρω­το­α­ντι­λή­φθη­κε τη βάση των φαι­νο­μέ­νων σε πραγ­μα­τι­κές δρά­σεις που συνέ­βαι­ναν στο μέσο, ενώ εκεί­νοι έμει­ναν ικα­νο­ποι­η­μέ­νοι που βρή­καν τη βάση των φαι­νο­μέ­νων στη δύνα­μη της δρά­σης από από­στα­ση σε ηλε­κτρι­κά ρευ­στά.

Όταν απέ­δω­σα ό,τι θεω­ρού­σα ιδέ­ες του Faraday σε μαθη­μα­τι­κή μορ­φή, ανα­κά­λυ­ψα ότι σε γενι­κές γραμ­μές τα απο­τε­λέ­σμα­τα των δύο μεθό­δων συνέ­πι­πταν, έτσι ώστε τα ίδια φαι­νό­με­να να ερμη­νεύ­ο­νται, οι ίδιοι νόμοι δρά­σης να συνά­γο­νται και από τις δύο μεθό­δους, αλλά οι μέθο­δοι του Faraday έμοια­ζαν με εκεί­νες τις οποί­ες ξεκι­νά­με από μια γενι­κό­τη­τα και κατα­λή­γου­με στα επι­μέ­ρους με ανα­λυ­τι­κή συλ­λο­γι­στι­κή πορεία, ενώ οι συνή­θεις μαθη­μα­τι­κές μέθο­δοι θεμε­λιώ­θη­καν στην αρχή της επα­γω­γής όπου, ξεκι­νώ­ντας από τα επι­μέ­ρους, κτί­ζου­με τη γενι­κό­τη­τα με σύν­θε­ση.

Ανα­κά­λυ­ψα επί­σης ότι μερι­κές από τις πιο παρα­γω­γι­κές μεθό­δους έρευ­νας που ανα­κα­λύ­φθη­καν από τους μαθη­μα­τι­κούς ήταν δυνα­τόν να εκφρα­στούν πολύ καλύ­τε­ρα σε συνάρ­τη­ση με τις ιδέ­ες του Faraday απ’ ό,τι στην αρχι­κή τους μορ­φή.»

Στη συνέ­χεια, παρα­τί­θε­ται το αγγλι­κό κεί­με­νο, στην πρω­τό­τυ­πη μορ­φή του, από το Βιβλίο του Maxwell A treatise on electricity and magnetism, Τόμος 1. Φέρει ημε­ρο­μη­νία 1 Φεβρουα­ρί­ου, 1873.

“The general complexion of the Treatise differs considerably from that of several excellent electrical works, published, most of them, in Germany, and it may appear that scant justice is done to the speculations of several eminent electricians and mathematicians. One reason of this is that before I began the study of electricity I resolved to read no mathematics on the subject till I had first read through Faraday’s Experimental Researches on Electricity.

I was aware that there was supposed to be a difference between Faraday’s way of conceiving phenomena and that of the mathematicians, so that neither he nor they were satisfied with each other’s language. I had also the conviction that this discrepancy did not arise from either party being wrong. I was first convinced of this by Sir William Thomson, to whose advice and assistance, as well as to his published papers, I owe most of what I have learned on the subject.

As I proceeded with the study of Faraday, I Perceived that his method of conceiving the phenomena was a mathematical one, though not exhibited in the conventional form of mathematical symbols. I also found that these methods were capable of being expressed in the ordinary mathematical forms, and thus compared with those of professed mathematicians.

For instance, Faraday, in his mind’s eye, saw lines of force traversing all space where the mathematicians saw centres of force attracting at a distance: Faraday saw a medium where they saw nothing but distance: Faraday sought the seat of the phenomena in real actions going on in the medium, they were satisfied that they had found it in a power of action at a distance impressed on the on the electric fluids.

When I had translated what I considered to be Faraday’s ideas into a mathematical form, I found that in general the results of the two methods coincided, so that the same phenomena were accounted for, and the same laws of action deduced by both methods,  but that Faraday’s methods resembled those in witch we begin with the whole and arrive at the parts by analysis, while the ordinary mathematical methods were founded on the principle of beginning with the parts and building up the whole by synthesis.

I also found that several fertile methods of research discovered by the mathematicians could be expressed much better in terms of ideas derived from Faraday than in their original form.”

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *